- Κατηγορία: Επικαιρότητα
- Γράφτηκε από τον/την Δημήτρης Ταταρούνης
Απεβίωσε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε ηλικία 99 ετων
"Έφυγε" σε ηλικία 99 ετών ο Κωνσταντίνος Μητοστάκης, ένας από τους μακροβιότερους πολιτικούς της σύγχρονης ιστορίας του χώρας μας.
«Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έφυγε από τη ζωή στη μία μετά τα μεσάνυχτα, περιστοιχισμένος από τους ανθρώπους που αγαπούσε και τον αγαπούσαν», ανέφερε η λιτή ανακοίνωση της οικογένειάς του.
Ο "ψηλός", ο οποίος ήταν μέχρι πρότινος και ένας από τους γηραιότερους εν ζωή ηγέτες, είχε ζήσει και πάρει μέρος -συχνά και ως πρωταγωνιστής- στα σπουδαιότερα πολιτικά γεγονότα της μεταπολεμικής περιόδου.
Η παρουσία του στο ελληνικό κοινοβούλιο αποτελεί ρεκόρ καθώς είχε πρωτοεκλεγεί στις σημαδιακές εκλογές του 1946 -όταν απείχε το ΚΚΕ και τα ΕΑΜικά κόμματα- μετά τις οποίες ακολούθησε ο αιματηρός εμφύλιος πόλεμος.
Παρακάτω, ακολουθεί το άρθρο που το Freelancers.gr είχε αφιερώσει το 2004, μετά την αποχώρησή του από την πολιτική:
Κώστας Μητσοτάκης: Το "αντίο" του δεινόσαυρου...
Ύστερα από 58 χρόνια κοινοβουλευτικής θητείας, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, εγγονός του Κωνσταντίνου, ιδρυτή και αρχηγού του κόμματος των «ξυπόλητων» Φιλελευθέρων, γιος του πολιτικού Κυριάκου Μητσοτάκη, και μικρανηψιός του Ελευθερίου Βενιζέλου, είπε «αντίο» στο Κοινοβούλιο.
Η θητεία του, η οποία άρχισε στις 31 Μαρτίου του 1946 όταν εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής με το ψηφοδέλτιο της Εθνικής Πολιτικής Ένωσης στα Χανιά, αποτελεί κοινοβουλευτικό ρεκόρ διάρκειας που πολύ δύσκολα θα καταρριφθεί. Εξελέγη συνολικά 18 φορές και αν δεν είχε μία και μοναδική ατυχία το 1974, όταν ως ανεξάρτητος υποψήφιος στα Χανιά απέτυχε, παρόλο που κατετάγη δεύτερος σε αριθμό ψήφων στο νομό με 11.322 σταυρούς (!), θα είχε σημειώσει διπλό ρεκόρ που κανένας δεν θα τολμούσε , ούτε να σκεφτεί ότι μπορεί να το καταρρίψει.
Ο Κώστας Μητσοτάκης, είχε καταφέρει να είναι ένα κόμμα μόνος του!
Το απέδειξε το 1977, όταν ενόψει των εκλογών, συνέταξε το ψηφοδέλτιο του Κόμματος Νεοφιλελευθέρων και εξελέγη αυτός στα Χανιά και ο Παύλος Βαρδινογιάννης στο Ρέθυμνο.
Την 1η Φεβρουαρίου του 1951 ανέλαβε για πρώτη φορά κυβερνητικά καθήκοντα ως υφυπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη. Από τότε και έως το 1993 όταν έχασε τις εκλογές ως πρωθυπουργός, διετέλεσε υπουργός σε επτά υπουργεία (Συγκοινωνιών & Δημοσίων Έργων το 1951, Οικονομικών 1963-1965, Συντονισμού 1965-1966 & 1978-1980, Εξωτερικών 1980-1981, Εμπορικής Ναυτιλίας 1990, Εθνικής Οικονομίας 1990-1991, Αιγαίου 1991-1993).
Η κυβερνητική του θητεία συμπληρώνει περίπου μια δεκαετία πραγματικού χρόνου, ενώ ως πρωθυπουργός χειρίστηκε τις τύχες της χώρας για τρισήμισυ χρόνια και μία ημέρα από τις 11/4/1990 ημέρα της ορκομωσίας του έως τις 12/10/1993.
Η μακρά σταδιοδρομία του σημαδεύτηκε από τα «Ιουλιανά» το 1965 και την ανατροπή της εκλεγμένης, με μεγάλη πλειοψηφία, κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου από ομάδα βουλευτών που αποστάτησαν σε συνεργασία με το παλάτι. Τότε, ο Κ. Μητσοτάκης, θεωρήθηκε ο υπεύθυνος αρχιμάγειρας των παρασκηνίων και στη συνέχεια στιγματίστηκε από τα απαξιωτικά προσωνύμια «αρχιαποστάτης», «εφιάλτης» κ.λπ.
Ως χαρακτήρας, ο ευθυτενής κρητικός με το εντυπωσιακό παράστημα (πάνω από 1.90 ύψος) λόγω του οποίου αποκαλείται και ο «ψηλός» , έχει ορισμένα σημαντικά προτερήματα αλλά και εξίσου αρνητικά ελαττώματα: είναι καλός ρήτορας και διακρίνεται για την ψυχραιμία του ενώ ταυτόχρονα αποπνέει τον «αέρα» ενός άνετου ανθρώπου που δεν τον άγγιξε ποτέ στη ζωή του η μιζέρια. Και είναι λογικό αυτό, αφού είναι απόγονος μεγάλης πολιτικής οικογένειας, η οποία παρά τις όποιες δυσκολίες λόγω της ταραγμένης πολιτικής ιστορίας του τόπου μας, αποτέλεσε ασπίδα προστασίας στον κοινωνικό του βίο. Από την άλλη όμως, ο «ψηλός» έχει και κάποια απαράδεκτα για το βεληνεκές του και την τεράστια κοινοβουλευτική του εμπειρία ελαττώματα που εκδηλώθηκαν ιδιαίτερα, όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία.
Τότε, η αυταρέσκεια μαζί με την «ατζαμοσύνη» τον οδήγησαν σε σημαντικές πολιτικές «γκάφες» που επηρέασαν την πορεία της κυβέρνησής του, αλλά και την μετέπειτα εκλογική πορεία της Νέας Δημοκρατίας.
Το μεγάλο του πολιτικό λάθος, ήταν η εμμονή του στην παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο. Και αυτό γιατί τότε, είχαν ήδη παραπεμφθεί στο Ε.Δ. και μάλιστα και με ψήφους πολλών πασόκων βουλευτών (!), ο Μένιος Κουτσόγιωργας αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και νούμερο 2 μετά τον Ανδρέα, και ο Γιώργος Πέτσος.
Με άλλα λόγια, η «ζημιά» στον Ανδρέα Παπανδρέου και στο ΠΑΣΟΚ είχε γίνει, ο κόσμος είχε πειστεί για τη συμμετοχή κορυφαίων παραγόντων στα σκάνδαλα και είχε σοβαρές υποψίες και για τον ίδιο τον Ανδρέα, οπότε ποιος ο λόγος της παραπομπής;
Ο αείμνηστος, Κωνσταντίνος Καραμανλής, έλεγε τότε διακριτικά θέλοντας να συμβουλεύσει τον Μητσοτάκη: «έναν πρωθυπουργό δεν τον παραπέμπεις εύκολα στο Ειδικό Δικαστήριο.Τον στέλνει ο λαός στο σπίτι του». Αλλά εις μάτην...
Εναν λαβωμένο αντίπαλο, και μάλιστα του βεληνεκούς του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν τον έχεις κερδίσει κατά κράτος στα σημεία, δεν υπάρχει λόγος να τον εξοντώσεις. Γιατί τότε τα βάζεις με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και ρισκάρεις χωρίς λόγο.
Αυτή την απερισκεψία έκανε τότε ο Κ. Μητσοτάκης (ίσως από εμπάθεια;) , με αποτέλεσμα να «αναστήσει» τον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ το οποίο, ενώ το 1990 έμοιαζε συντετριμμένο, στις εκλογές του 1993 θριάμβευσε με ποσοστό πάνω από 46%!
Προηγουμένως, ο Ανδρέας είχε αθωωθεί στο Ειδικό Δικαστήριο για μία ψήφο και ήρθε να επιβεβαιώσει το ρητό: «ότι δεν με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό».
Η δεύτερη μεταπολιτευτική πολιτική γκάφα του «ψηλού», ήταν η αλλαγή του αναλογικού εκλογικού νόμου που είχε επιβάλλει ο Ανδρέας, για να μην σχηματίσει εύκολα κυβέρνηση η ΝΔ την ταραχώδη περίοδο του σκανδάλου Κοσκωτά και αρχίσει το κυνηγητό και το ξήλωμα του πασοκικού κράτους.
Χωρίς κανένα λόγο, χωρίς καμμία πίεση, τρεις μήνες περίπου μετά την ανάληψη της εξουσίας , ο «ψηλός» έφερε στη Βουλή το νομοσχέδιο με το οποίο, άλλαζε ο αναλογικός εκλογικός νόμος του Ανδρέα με έναν άλλο, που έδινε πάλι μεγάλο πλεονέκτημα εδρών στο πρώτο κόμμα.
Τι ήθελε να δείξει άραγε; Ότι είναι έντιμος και παίζει τίμια το εκλογικό παιχνίδι; Μήπως ήταν σίγουρος ότι το ΠΑΣΟΚ είχε τελειώσει και ότι θα ήταν οπωσδήποτε νικητής και στις επόμενες εκλογές;
Γιατί δεν άφηνε τελευταίο τον εκλογικό νόμο, όπως κάνουν όλοι οι «συνετοί» πρωθυπουργοί που σέβονται τη ρευστή πολιτική πραγματικότητα της Ελλάδας;
Αφού ήξερε ότι, ο αντίπαλός του δεν ήταν καμμία αθώα περιστερά, ότι το 1989 δεν δίστασε να αλλάξει τον εκλογικό νόμο στο παρά πέντε για να προφυλαχτεί, ότι οδήγησε τη χώρα σε τριπλή εκλογική αναμέτρηση χωρίς να υπολογίσει το κόστος, γιατί βιάστηκε;
Γιατί δεν περίμενε τις εξελίξεις, ώστε να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων την κατάλληλη στιγμή; Θα τολμούσαν άραγε να τον "ρίξουν" από την εξουσία "οι διαπλεκόμενοι" όπως έλεγε, με μπροστάρη το κάποτε αγαπημένο του παιδί, τον Αντώνη Σαμαρά, αν υπήρχε ο απαιτητικός για τον σχηματισμό κυβέρνησης, αναλογικός εκλογικός νόμος του Ανδρέα;
Ερωτήματα που δεν έχουν, όχι μόνο απαντηθεί αλλά ούτε καν συζητηθεί μέχρι σήμερα , αφού δεν ξέρουμε κανένα που να τα έχει θέσει δημόσια.
Ο «ψηλός», ο ρέκορντμαν του κοινοβουλίου, ήταν πρωτάρης στην πρωθυπουργία και είχε συμπεριφερθεί με την απερισκεψία του ατζαμή.
Το γλυκό χτυποκάρδι της πρώτης φοράς στην πρωθυπουργία, ήταν εμφανές από τις πρώτες ημέρες της θητείας του, όταν έλεγε αυτάρεσκα ότι «έχουμε την καλύτερη κυβέρνηση των τελευταίων πενήντα χρόνων».
Η μηχανηστική αντίληψή του για την ιστορία και η πεποίθηση ότι η κυρίαρχη αγορά πρέπει να ρυθμίζεται «χειρουργικά» με κάποιες «επιβεβλημένες» παρεμβάσεις, τον οδήγησε σε άγρια κόντρα με κλάδους εργαζομένων π.χ. τους οδηγούς λεωφορείων, τους αποκαλούμενους «Κολλάδες» από τον φιλικό του Τύπο, λόγω του επωνύμου του τότε προέδρου τους.
Παρόλα αυτά, ο «ψηλός», χωρίς να έχει ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι στους «κολασμένους», είναι ο αστός πολιτικός που κατάφερε να συνεργαστεί στενά με την παραδοσιακή Αριστερά, όταν το «αμαρτωλό» για τους πασόκους ΄89, συνέτρωγε στο σπίτι του παρέα με τον Χαρίλαο και τον Λεωνίδα τα ντολμαδάκια της κυρίας Μαρίκας και συναποφάσιζαν την πρωτοφανή στα διεθνή χρονικά αριστεροδεξιά κυβέρνηση Τζαννετάκη, την παραπομπή του Ανδρέα και τη «διάλυση του ΠΑΣΟΚ».
Είναι ο πολιτικός που έπεισε και έκανε υπουργό του, Ανευ Χαρτοφυλακίου και Επικρατείας, το μεγάλο Μίκη Θεοδωράκη, έστω και για την τιμή των όπλων, αφού τα υπουργεία εκείνα δεν λειτούργησαν ποτέ, επί της ουσίας.
Σε διεθνές επίπεδο, κατάφερε επί πρωθυπουργίας του, με τη Διάσκεψη της Βουλιαγμένης, να φέρει στο ίδιο τραπέζι τους Σέρβους της Βοσνίας με τους μουσουλμάνους, άσχετα αν στη συνέχεια η Βουλή των σερβοβόσνιων απέρριψε το ειρηνευτικό σχέδιο.
Σίγουρα, δεν θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τον Κ. Μητσοτάκη στους ριζοσπάστες πολιτικούς. Η όποια «επαναστατική» του δράση περιορίζονταν μέσα στο πλαίσιο του σκληρού πυρήνα του αστικού καθεστώτος, η πολιτική του συμπεριφορά ήταν κατά βάθος παλαιοκομματική αλλά με στοιχεία αρχοντικής κομψότητας, λόγω ανατροφής.
Πολλές κουμπαριές, πολλές εξυπηρετήσεις, βόλεμα των συγγενών στην πολιτική, όπως έκαναν εξάλλου όλοι οι επιφανείς εκπρόσωποι του καθεστώτος.
Στο άμεσο μέλλον, η κόρη του η Ντόρα, σήμερα δήμαρχος Αθηναίων και των Ολυμπιακών Αγώνων, όπως όλα δείχνουν, θα παίξει σημαντικό πολιτικό ρόλο, συνεπικουρούμενη από τον αδελφό της Κυριάκο, ο οποίος θα εκτεθεί και αυτός τον Μάρτιο στις ερχόμενες εκλογές, ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση.
ΥΓ) Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ζυγός στο ζώδιο, έκλεισε στις 18 του περασμένου Οκτωβρίου τα 85 του χρόνια, έχει τρεις κόρες, ένα γιο και τουλάχιστον δώδεκα εγγόνια.
Έχει σπουδάσει στη Νομική Σχολή της Αθήνας και έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία.