A+ A A-

"Εδώ Πολυτεχνείο", 39 χρόνια μετά...

 

 

Σαν σήμερα πριν από 39 χρόνια, ήταν Παρασκευή 17 Νοέμβρη και ήταν η τρίτη ημέρα δημόσιας γελοιοποίησης της δικτατορίας των συνταγματαρχών, αφού η μαζική διαδήλωση κατά της χούντας είχε αρχίσει από την Τετάρτη, 15 Νοεμβρίου του 1973. Η αθρόα προσέλευση και το πάθος του λαού μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο, είχε αιφνιδιάσει τους δικτάτορες, οι οποίοι παρακολουθούσαν αμήχανοι τα γεγονότα έως τις 8 το βράδι της Παρασκευής, της 17ης Νοέμβρη 1973.

Τότε αποφάσισαν να επέμβουν, αφού το προηγούμενο διάστημα είχαν πάρει θέσεις και είχαν περικυκλώσει το χώρο. Ακόμη και μέσα στο πλήθος των διαδηλωτών, είχαν παρεισφρύσει πράκτορες της χουντικής αστυνομίας. Είδαμε κάποιον ακριβώς δίπλα μας να πατάει μιαν αμπούλα (μάλλον κάποιο τοξικό ήταν ή δακρυγόνο) όταν άρχισε η επέμβαση που μετέτρεψε χώρο σε πεδίο μάχης. Στις 9 μ.μ. η ατμόσφαιρα γύρω από το Πολυτεχνείο ήταν αποπνικτική, είχαν ριχτεί χιλιάδες δακρυγόνα και τα μάτια όλων ήταν κατακόκκινα από το κλάμα. Ο περιπτεράς έξω από το ιστορικό κτίριο πουλούσε τα χαρτομάντηλα σωρηδόν και όταν έφτασε στις τελευταίες κούτες άρχισε να τα πετάει στον πλήθος αρνούμενος να πάρει χρήματα. "Πάρτε παιδιά, πάρτε..." έλεγε, συνδράμοντας και αυτός με τον τρόπο του στον αγώνα.Ύστερα το έκλεισε το μαγαζί αφού είχαν αρχίσει οι συγκρούσεις.                                                                                                Το άοπλο πλήθος προσπαθούσε να αμυνθεί με κάθε τρόπο και σιγά-σιγά έπαιρνε θέσεις στους γύρω δρόμους φτιάχνοντας οδοφράγματα.

Σε έναν παράδρομο ήταν το θέατρο που έπαιζε ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος, ο οποίος έστεκε πίσω από μια μισάνοιχτη πόρτα και όταν έβλεπε τους κυνηγημένους τους έμπαζε μέσα για να τους προφυλάξει.

Μέσα στο θέατρο-καταφύγιο είχε τρυπώσει πολύς κόσμος και ακούγαμε όλοι μαζί το ραδιοφωνικό σταθμό του Πολυτεχνείου. Ήταν όμως παρακινδυνευμένο να μείνουμε κλεισμένοι για πολύ ώρα, γιατί αν μας ανακάλυπτε η αστυνομία θα μας έπιαναν σαν τους ποντικούς στη φάκα κι έτσι σιγά-σιγά, αρχίζαμε να φεύγουμε ο καθένας για τον προορισμό του.

Τα υπόλοιπα είναι λίγο-πολύ γνωστά. Η Αθήνα δεν κοιμήθηκε εκείνο το βράδι. Παντού υπήρχαν φωτιές και οδοφράγματα. Πολλοί που για διάφορους λόγους, δεν βρίσκονταν στους δρόμους, άνοιγαν τα παράθυρα και έδιναν κουράγιο στους διαδηλωτές:"μπράβο παιδιά, να φύγει ο τύραννος!".

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα έπεσε η κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου, ενώ ο σταθμός μετέδιδε τα μηνύματα των "Ελεύθερων Πολιορκημένων". Το Σάββατο 18 Νοέμβρη το πρωϊ, τα τανκς κυκλοφορούσαν παντού κι έτριζαν τα τζάμια καθώς κροτάλιζαν οι ερπύστριες.

Μέσα στα τανκς υπήρχαν ακόμη κάποιοι που πυροβολούσαν εν ψυχρώ μέρα μεσημέρι τους περαστικούς που κυκλοφορούσαν ανυποψίαστοι.

Στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα, προνομιακή έδρα σήμερα της "Χρυσής Αυγής", είδαμε με τα μάτια μας έναν άνθρωπο να σωριάζεται καταγής στις 11 π.μ. από πυροβολισμό ενός «γενναίου» που βρισκόταν μέσα σε τεθωρακισμένο όχημα.

Οι σαστισμένοι δικτάτορες ήλπιζαν ότι μπορούν να ξανασταθούν στα πόδια τους, αλλά η αρχή του τέλους τους είχε σημάνει.

Η "αναίμακτος επανάστασις" είχε βαφτεί στο αίμα, το προσωπείο των "απριλιανών" είχε πέσει και ο ήλιος είχε ξανά σηκωθεί πάνω από την Ελλάδα.


Σημ.: ταπεινή αναφορά, ελάχιστος φόρος τιμής σε αυτούς που έπεσαν για την ελευθερία.


ΥΓ) Το Πολυτεχνείο προέκυψε ως αυθόρμητη ιστορική αναγκαιότητα, ήταν ώριμο τέκνο της ανάγκης και της οργής, γι' αυτό κανένας δεν μπόρεσε και δεν θα μπορέσει να το καπηλευτεί.

Ούτε η μετέπειτα πορεία κάποιων από τους πρωταγωνιστές του μπορεί να μειώσει ή να αλλοιώσει το μήνυμά του και το λαϊκό του νόημα.

Ούτε βέβαια οι όψιμες απόπειρες διαστρέβλωσης των γκεμπελίσκων της «Χρυσής Αυγής»…